EFTICHIA
KAPARDELI
Wounded Innocence
The Simple Truth in Small
dusty wear arches
bouquets of lilies silently
with white light
dye hair
The heart is pierced by your coming
fingers hit your chest awkwardly
and I'm scared of your childhood
Magical images of desperate beauty
They get lost in the arches
with vain hopes of destiny
I forget who I am
But it is not dark yet
I'm laying my hands
Relentless fire rays
they fill the arches of the wilderness
ΛΑΒΩΜΕΝΗ ΑΘΩΟΤΗΤΑ
Η Απλή αλήθεια σε μικρές
σκονισμένες κάμαρες φθοράς
μπουκέτα κρίνων σιωπηλά
βάφουν τα μαλλιά
με λευκό φως
Τρυπά η καρδιά
τα δάχτυλα χτυπούν το στήθος αδέξια
και τρομάζω στη παιδικότητα σου
Μαγικές εικόνες απεγνωσμένης ομορφιάς
Χάνονται στις κάμαρες
με τις μάταιες ελπίδες
του πεπρωμένου
Ξεχνώ ποιος είμαι
Μα δεν έχει σκοτεινιάσει ακόμα
Απλώνω τα χέρια
Ανελέητες αχτίνες φωτιάς
γεμίζουν τις κάμαρες της ερημιάς
Alone Now
A wooden frame of a
chair and in the room
A man, alone now
white skin, eyes lost
under the white hair
A smell lingers
on the old stairs with
rotten planks
and in the corner a stone wall
resting on it
the heavy
tree Acacia ....
Woman looks like….
Bread crumbs stuck
on the ground
an inexplicable life abandoned
in the smell of hunger
sinking into dust and
red clouds
clumsy and unprotected
in the fevers of the weather
who dies late
Only the body of the mother
in the photo reminds
the transparent wings in anticipation
a companion to them
the bright flowers
in piles, of gold joy
ties
Μόνος πια
Ένας ξύλινος σκελετός μιας
καρέκλας και στο δωμάτιο
Ένας άνθρωπος, μόνος πια
άσπρο δέρμα ,μάτια χαμένα
κάτω από τα λευκά μαλλιά
Μια μυρωδιά πλανιέται
στις παλιές σκάλες με τις
σάπιες σανίδες
και στην γωνιά ένας τοίχος πέτρινος
που πάνω του ακουμπά
ή βαριά Ακακία
Γυναίκα μοιάζει ….
Θρύμματα ψωμιού κολλημένα
στο έδαφος
μια ανεξήγητη ζωή παρατημένη
στην μυρωδιά της πείνας
βουλιάζοντας στην σκόνη και στα
κόκκινα σύννεφα
αδέξια και απροστάτευτη
στους πυρετούς του καιρού
που αργοπεθαίνει
Μόνο της μάνας η κορμοστασιά
στην φωτογραφία θυμίζει
τα διάφανα φτερά στις αναμονές
μιας συντροφιάς σε εκείνα
τα φωτεινά λουλούδια
σε σωρούς ,από χρυσούς, δεσμούς
χαράς
Frozen Flower
I wander on earth
And the flame of the lamp
In this century that is passing
the white winters it marks
The river that mirrors
In the waters of life
He speaks slowly and whispers
And in the unknown seabeds
It is always lost at dawn
Rose trees
Soft souls, your two closed eyes
They give the return done
Out of virtue and love
The dream carves the sky
And he weaves the stone
The moon is always late
But the fat red pomegranate
Your tender body
Water on a rainy night
Fill the memory with you
You became sound, you became pulse
Praise and treasure
The most beautiful flower
In the icy juice of the earth
ΠΑΓΩΜΕΝΟΣ ΑΝΘΟΣ
Στην γη πλανιέμαι
Και του λυχναριού η φλόγα
Τον αιώνα
τούτο που διαβαίνει
Τους λευκούς χειμώνες σημαδεύει
Το ποτάμι που καθρεπτίζει
Στα νερά την ζωή
Σιγομιλεί και σιγοψιθυρίζει
Και στους άγνωστους βυθούς
Χάνεται πάντα την
αυγή
Ροδόδενδρα
Απαλές ψυχές τα δυο κλειστά σου μάτια
Χαρίζουν την επιστροφή καμωμένη
Από φρονιμάδα και αρετή
Χαράζει τον ουρανό το όνειρο
Και την πέτρα υφαίνει
Το φεγγάρι πάντα αργεί
Μα το μεστό κόκκινο ρόδι
Πότισε το βράδυ της βροχής
Το τρυφερό σου κορμί
Γέμισε από σένα η θύμηση
Έγινες ήχος ,έγινες παλμός
Έπαινος και θησαυρός
Στο παγωμένο χυμό της γης
Ο ωραιότερος ανθός
EFTICHIA KAPARDELI
No comments :
Post a Comment